Ανεβαίνοντας την Ιασωνίδου και στρίβοντας δεξιά. Στο πρώτο στενό. Δίπλα στον θρυλικό κινηματογράφο Φαργκάνη βρίσκεται το παλιότερο παλαιοβιβλιοπωλείο μεταχειρισμένων στη Θεσσαλονίκη κι ένα από τα μεγαλύτερα της χώρας. Εκεί για περισσότερο από 30 χρόνια. Με εκατοντάδες χιλιάδες βιβλία, ένα όμορφο πράσινο παγκάκι και μερικές καρέκλες για ανάγνωση κάτω από το αναρριχώμενο φυτό. Η Δέσποινα Καραμουζά φαίνεται πως συμφωνεί με τον Κικέρωνα. «Αν έχεις ένα κήπο και μια βιβλιοθήκη, έχεις όλα όσα σου χρειάζονται».

«Το παλαιοβιβλιοπωλείο μας είναι το πιο παλιό και το πιο μεγάλο στη Βόρειο Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει και ένα από τα πιο οργανωμένα της χώρας. Δεν έχουμε απομείνει και πολλοί. Μας επισκέπτονται άνθρωποι από πολλές πόλεις. Ακόμα και Αθηναίοι που δεν μπορούν να βρουν αυτό που ψάχνουν στο Μοναστηράκι και κατεβαίνουν «στου Καραμουζά». Ο κυρ Κώστας, άλλωστε, ήταν αυτός που του έδωσε σάρκα και οστά το 1980, συνεχίζοντας μία παράδοση ετών και δημιουργώντας μαζί με το γειτονικό σινεμά μία γωνιά πολιτισμού στο κέντρο της πόλης».



Κατεβαίνουμε στον κάτω όροφο από τη μικρή εσωτερική σκάλα. Βιβλία του 1500 και του 1600, ιστορικές εφημερίδες, περιοδικά μίας άλλης εποχής και οι πρώτες έγχρωμες αφίσες διαφημίσεων. Στο βάθος η «Μακεδονία» του 1912 με τη σημαία της απελευθέρωσης. Ένας σελιδοδείκτης στην ιστορία της πόλης

«Το υλικό μας το παίρνουμε κυρίως από ιδιώτες. Έρχονται σε επαφή μαζί μας και μας πουλούν τις παλιές του βιβλιοθήκες. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Πολλοί επειδή μετακομίζουν και δεν τα χρειάζονται, άλλοι επειδή δεν ενδιαφέρονται πια για το περιεχόμενό τους, μερικοί επειδή τα έχουν κληρονομήσει από ένα συγγενικό πρόσωπο που πλέον δε βρίσκεται στη ζωή. Χρόνο με το χρόνο ο αριθμός αυξάνεται.

Στην αρχή έκανα το «λάθος» τα πολύ αγαπημένα να τα παίρνω και σπίτι να τα διαβάζω. Μέσα σε ένα μήνα είχα μετατρέψει το σπίτι σε ένα δεύτερο μαγαζί και δεν χωρούσα ούτε η ίδια. Έτσι έπαψα να χρησιμοποιώ τη λέξη «αγαπημένα». Τελευταία από όλο αυτό το υλικό θα διαβάσω κυρίως κλασική λογοτεχνία. Και ελληνική και ξένη. Αλλά όχι μόνο αυτά. Θα μαζέψω και βιβλία αρχιτεκτονικής, τέχνης, ζωγραφικής, ιστορικούς ταξιδιωτικούς οδηγούς κτλ. Κυρίως είναι θέμα διάθεσης. Πρόσφατα μου κέντρισε την προσοχή το «Διαβάζοντας στη Χάννα» του Μπέρναρντ Σλινκ και «Ο παλαιοπώλης Μέντελ» του Στέφαν Τσβάιχ».



Τη συνέντευξή μας διακόπτουν τουρίστες. Ζητούν να φωτογραφήσουν τη βιτρίνα. Δύο από αυτούς κατεβαίνουν στον κάτω όροφο και επιστρέφουν με δύο βιβλία της Αγκάθα Κρίστι στα αγγλικά. Ο Ηρακλής Πουαρό ετοιμάζεται να τεθεί αντιμέτωπος με έναν ακόμα κακό της βρετανικής επαρχίας. Ποιος είναι όμως ο εχθρός ενός παλαιοβιβλιοπωλείου;
«Οι μεγαλύτεροι εχθροί μας είναι πρώτα η υγρασία και το νερό και έπειτα η άγνοια. Όπως είναι φυσικό η υγρασία μπορεί να καταστρέψει σημαντικά βιβλία. Επίσης, δεν ξέρει να εκτιμάει ο κόσμος. Μεταχειρίζεται τα βιβλία ως παλιά αποξηραμένα πράγματα που πρέπει να πεταχτούν. Ένα εξαντλημένο βιβλίο που κυκλοφορεί σε λίγα αντίτυπα μπορεί να είναι θησαυρός για κάποιον και σκουπίδι για έναν άλλο».

Μου μιλάει για εικόνες και ιστορίες, για ποιητές, συγγραφείς, ζωγράφους και ηθοποιούς που έχουν περάσει από το κατάστημα τις τελευταίες δεκαετίες. Μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα που γέννησε αυτή η χώρα.

«Έχω συγκρατήσει πάρα πολλές εικόνες. Έχει περάσει πολύς κόσμος από εδώ. Από Θεσσαλονίκη, Αθήνα, ακόμα και από το εξωτερικό. Ηθοποιοί, Λογοτέχνες, Ζωγράφοι, Εικαστικοί. Πολλοί έγιναν και φίλοι με τον πατέρα μου. Όπως ο Τηλέμαχος Αλαβέρας ή ο Κώστας ο Σαντάς από το Κρατικό.

Κάποια Χριστούγεννα μπήκε ένας κύριος στο μαγαζί και έψαχνε τον «Ευγένιο Ονέγκιν» του Αλεξάντρ Πούσκιν. Τον κατέβασα στο υπόγειο και μέσα σε δέκα λεπτά το είχαμε βρει. Δεν το πίστευε. Πριν λίγη ώρα ο ίδιος βρισκόταν σε ένα άλλο βιβλιοπωλείο ως πελάτης και θέλησε να βοηθήσει σε ένα τηλεφώνημα τον υπάλληλο που δεν γνώριζε καλά αγγλικά. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ένας Αυστραλός, ο οποίος ζητούσε απεγνωσμένα το συγκεκριμένο βιβλίο για μία παλιά του γνωστή που ζούσε στη Θεσσαλονίκη. Ο άνθρωπος κράτησε το τηλέφωνο του Αυστραλού, ήρθε στο μαγαζί και μετά τον πήραμε μαζί πίσω για να του αναγγείλουμε ότι το βρήκαμε. Μας ευχαριστούσε επί μισή ώρα γιατί δεν το έβρισκε πουθενά. Στο τέλος μου ζήτησε να το τυλίξω με προσοχή ώστε να έρθει η κυρία να το πάρει. Είναι πραγματικά απίστευτες οι ιστορίες που μπορεί να κουβαλάει μέσα του ένα βιβλίο».

Στο κατάστημα μπαίνουν ακόμα δύο νέοι. Τι κι αν τα ψηφιακά μέσα κατακτούν μέρος της αγοράς. Τα παλαιοβιβλιοπωλεία για ebooks φαίνεται πως θα αργήσουν.

«Το ενθαρρυντικό ξέρεις ποιο είναι; Γίνεται μία στροφή των νέων προς το βιβλίο. Είναι κάτι που παρατηρώ το τελευταίο διάστημα και με χαροποιεί. Παλιότερα η πελατεία μας ήταν μίας άλλης ηλικίας. Τώρα θα δεις τον 20χρονο να μπαίνει, να ρωτάει, να ψάχνεται. Ο νέος αφιερώνει ώρα για να ψάξει στα ράφια. Λογοτεχνία, ποίηση, θέατρο. Όσο πιο νέος εξοικειώνεσαι με το βιβλίο τόσο καλύτερα θα πάει η ζωή σου. Γουστάρω αυτή την αλλαγή.

Δεν με φοβίζει η νέα εποχή. Είμαι αισιόδοξη για το μέλλον των βιβλίων. Δεν νομίζω ότι θα γίνουν ποτέ παρωχημένα. Δεν θα τα απενεργοποιήσει κανένας. Δεν θα το ρίξω στο χιούμορ ότι με το ψηφιακό βιβλίο «δεν μπορείς να σκοτώσεις τη μύγα» αλλά μιλάμε για άλλο πράγμα. Μπορεί να φαίνεται ελκυστικό το καινούριο αλλά το κλασικό ποτέ δεν θα λείψει. «Ο παράδεισος εξάλλου είναι μία βιβλιοθήκη». Κάτι ήξερε ο Μπόρχες»!

Φωτογραφίες: Γιώργος Πλανάκης