πηγή: www.lifo.gr
Γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου του 1930 στην Νέα Υόρκη από γονείς Κροάτες, μετανάστες από το μικρό νησί Krk στην Αδριατική. To όνομα της ήταν Jelena Ana Milcetic, αλλά στον κόσμο της τζαζ έγινε γνωστή ως Helen Merrill. Πολλοί θεωρούν πως στέκεται ισάξια δίπλα στα ιερά τέρατα - την Ella Fitzgerald, την Sarah Vaughan, την Billie Holiday, την Anita O'Day. Άλλωστε η ίδια η ιστορία την έχει τοποθετήσει δίπλα τους - και όσοι την αγαπούν, τολμούν κιόλας να θεωρούν πως είναι η σημαντικότερη τραγουδίστρια που έχει περάσει ποτέ απ' την παγκόσμια σκηνή της τζαζ.
Την άκουσα πρώτη φορά να τραγουδάει το "You'd Be So Nice To Come Home Too", ένα από τα κλασσικά τραγούδια του μεγάλου συνθέτη Cole Porter. Ήταν κάπου στο τέλος των 80s, και η κασέτα στην οποία είχα ηχογραφήσει το κομμάτι από μια ραδιοφωνική εκπομπή στο 1ο Πρόγραμμα της ΕΡΤ παίχτηκε μέχρι θανάτου, κυρίως επειδή προσπαθούσα να αποστηθίσω το σόλο της τρομπέτας του Clifford Brown.
Έμαθα, ψάχνοντας το έργο της, πως δεν ακολούθησε την πεπατημένη. Ήταν εκλεκτική κι επιλεκτική στις ηχογραφήσεις και τις συνεργασίες της, τις οποίες κι έκανε αρκετά αραιά. Ταξίδεψε εκτεταμένα στην Ευρώπη όπου κι έζησε και ηχογράφησε, όπως και στην Ιαπωνία, όπου δημιούργησε, τη δεκαετία του '60, ένα φανατικό κι αφοσιωμένο κοινό, το οποίο υπάρχει ακόμα. Για την ακρίβεια, στην Ευρώπη και την Ιαπωνία, έγινε ακόμα πιο γνωστή ακόμα και από την πατρίδα της, και στην Ιαπωνία ηχογράφησε δίσκους σε ντόπιες εταιρείες, που δε βγήκαν αλλού, και είναι πια συλλεκτικά κομμάτια.
Το δίσκο που είχε το πρώτο κομμάτι στην οποίο την άκουσα, σ' εκείνη τη ραδιοφωνική εκπομπή των 80s, τον αγόρασα μετά από χρόνια και τον έλιωσα. Η ηχογράφηση ήταν του 1954, σε παραγωγή του τότε μόλις 21χρονου Quincy Jones - του μεγαλύτερου ίσως Αμερικάνου μουσικού παραγωγού του 20ου αιώνα. Στην ηχογράφηση αυτή, το ταλέντο του τότε πιτσιρικά τρομπετίστα Clifford Brown άστραφτε σαν χρυσός και συνομιλούσε με το εξίσου σπάνιο ταλέντο της Merrill, που κι αυτή ήταν τότε μόλις 24 χρονών - ακριβώς σαν τον Clifford.
Σπάνια, σαν περίπτωση, ήταν και η ηχογράφηση του 1986 που κατέληξε σ'ενα δίσκο που λεγόταν "Music Makers", με τον Steve Lacy στο σοπράνο σαξόφωνο, τον Gordon Beck στο πιάνο και τον Stephan Grapeli στο βιολί. Στο δίσκο αυτό, η Merrill έγραψε, για πρώτη και τελευταία φορά, στίχους για ένα τραγούδι, που είχε τον τίτλο του δίσκου.
Αργότερα έμαθα το δίσκο που έκανε με τον μαέστρο Hal Mooney το 1955, τη σπουδαία της ηχογράφηση με τον Gil Evans και την σπάνια ηχογράφηση που έκανε στη Ρώμη το 1960, με μια ομάδα από εκλεκτούς Ιταλούς μουσικούς της οποίας ηγείτο ο μεγάλος πιανίστας και συνθέτης Piero Umiliani. Συγκεκριμένα σ'αυτό το δίσκο βρήκα και την πιο όμορφη εκδοχή του "Νιght and Day" που 'χω ακούσει ποτέ μου.
Το 2000 με ενθουσιασμό έμαθα ότι είχε βγάλει μόλις νέο δίσκο. Στα 70 της, η μεγάλη κυρία της τζαζ ακουγόταν όσο φρέσκια και μαγική όσο όταν ήταν πιτσιρίκα, και συγκινούσε όταν τραγούδαγε για τον πάτερα της, μαζί με παραδοσιακή ορχήστρα από το νησί της της καταγωγής της στην Αδριατική. Ο δίσκος λεγόταν "Jelena Ana Milcactic a.k.a. Helen Merrill" και ήταν ένας φόρος τιμής στις καταβολές της.
Η Ηelen Merrill σε αιχμαλωτίζει, γιατί δεν δίνει σημασία. Δεν νοιάζεται για τα μέτρα, για τις νόρμες, για τις παραφωνίες της, για τη βραχνάδα της, για τις σπάνιες εμφανίσεις της. Όταν την ακούς να τραγουδάει, ξέρεις πως είναι φυσική, ανεμπόδιστα και συναρπαστικά αυθεντική. Το χαρακτηριστικό της γρέζι ανεβοκατεβαίνει στις οκτάβες χωρίς προσπάθεια, με έναν τρόπο που μόνο η Τζένη Βάνου τολμώ να πω πως έχω ακούσει να κάνει.
"Music makers, thanks so much
for the songs you bring
Music makers thanks so much
for the songs we sing
Songs that make my heart feel happy,
Songs that make me cry.
Trumpet's playing up so high,
I nearly want to die.
Oh, music makers,
you're too much
Music makers,
thanks so much"
Γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου του 1930 στην Νέα Υόρκη από γονείς Κροάτες, μετανάστες από το μικρό νησί Krk στην Αδριατική. To όνομα της ήταν Jelena Ana Milcetic, αλλά στον κόσμο της τζαζ έγινε γνωστή ως Helen Merrill. Πολλοί θεωρούν πως στέκεται ισάξια δίπλα στα ιερά τέρατα - την Ella Fitzgerald, την Sarah Vaughan, την Billie Holiday, την Anita O'Day. Άλλωστε η ίδια η ιστορία την έχει τοποθετήσει δίπλα τους - και όσοι την αγαπούν, τολμούν κιόλας να θεωρούν πως είναι η σημαντικότερη τραγουδίστρια που έχει περάσει ποτέ απ' την παγκόσμια σκηνή της τζαζ.
Την άκουσα πρώτη φορά να τραγουδάει το "You'd Be So Nice To Come Home Too", ένα από τα κλασσικά τραγούδια του μεγάλου συνθέτη Cole Porter. Ήταν κάπου στο τέλος των 80s, και η κασέτα στην οποία είχα ηχογραφήσει το κομμάτι από μια ραδιοφωνική εκπομπή στο 1ο Πρόγραμμα της ΕΡΤ παίχτηκε μέχρι θανάτου, κυρίως επειδή προσπαθούσα να αποστηθίσω το σόλο της τρομπέτας του Clifford Brown.
Έμαθα, ψάχνοντας το έργο της, πως δεν ακολούθησε την πεπατημένη. Ήταν εκλεκτική κι επιλεκτική στις ηχογραφήσεις και τις συνεργασίες της, τις οποίες κι έκανε αρκετά αραιά. Ταξίδεψε εκτεταμένα στην Ευρώπη όπου κι έζησε και ηχογράφησε, όπως και στην Ιαπωνία, όπου δημιούργησε, τη δεκαετία του '60, ένα φανατικό κι αφοσιωμένο κοινό, το οποίο υπάρχει ακόμα. Για την ακρίβεια, στην Ευρώπη και την Ιαπωνία, έγινε ακόμα πιο γνωστή ακόμα και από την πατρίδα της, και στην Ιαπωνία ηχογράφησε δίσκους σε ντόπιες εταιρείες, που δε βγήκαν αλλού, και είναι πια συλλεκτικά κομμάτια.
Το δίσκο που είχε το πρώτο κομμάτι στην οποίο την άκουσα, σ' εκείνη τη ραδιοφωνική εκπομπή των 80s, τον αγόρασα μετά από χρόνια και τον έλιωσα. Η ηχογράφηση ήταν του 1954, σε παραγωγή του τότε μόλις 21χρονου Quincy Jones - του μεγαλύτερου ίσως Αμερικάνου μουσικού παραγωγού του 20ου αιώνα. Στην ηχογράφηση αυτή, το ταλέντο του τότε πιτσιρικά τρομπετίστα Clifford Brown άστραφτε σαν χρυσός και συνομιλούσε με το εξίσου σπάνιο ταλέντο της Merrill, που κι αυτή ήταν τότε μόλις 24 χρονών - ακριβώς σαν τον Clifford.
Το 2000 με ενθουσιασμό έμαθα ότι είχε βγάλει μόλις νέο δίσκο. Στα 70 της, η μεγάλη κυρία της τζαζ ακουγόταν όσο φρέσκια και μαγική όσο όταν ήταν πιτσιρίκα, και συγκινούσε όταν τραγούδαγε για τον πάτερα της, μαζί με παραδοσιακή ορχήστρα από το νησί της της καταγωγής της στην Αδριατική. Ο δίσκος λεγόταν "Jelena Ana Milcactic a.k.a. Helen Merrill" και ήταν ένας φόρος τιμής στις καταβολές της.
Η Ηelen Merrill σε αιχμαλωτίζει, γιατί δεν δίνει σημασία. Δεν νοιάζεται για τα μέτρα, για τις νόρμες, για τις παραφωνίες της, για τη βραχνάδα της, για τις σπάνιες εμφανίσεις της. Όταν την ακούς να τραγουδάει, ξέρεις πως είναι φυσική, ανεμπόδιστα και συναρπαστικά αυθεντική. Το χαρακτηριστικό της γρέζι ανεβοκατεβαίνει στις οκτάβες χωρίς προσπάθεια, με έναν τρόπο που μόνο η Τζένη Βάνου τολμώ να πω πως έχω ακούσει να κάνει.
Αν βγαίνει εκτός ρυθμού, μελωδίας, η αναπνοής, δεν είναι κάτι που την απασχολεί, και η στοιχειωμένη εκφραστικότητα της, μαζί με αυτόν τον τόσο δικό της μινιμαλισμό, τις πεντακάθαρες φράσεις της, το γλυκό βιμπράτο της, τη γήινη χροιά της και αυτό το αποστασιοποιημένο, αλλά αληθινό της συναίσθημα, σε κερδίζει και σε κάνει να καταλαβαίνεις πως έχεις να κάνεις με μια περίπτωση σπάνια και μοναδική.
Δεν υπάρχει άλλη Helen Merrill, και αν είχα ποτέ την τύχη να τη συναντήσω, θα ήθελα να την ευχαριστήσω που έχει υπάρξει και υπάρχει ακόμα, με λόγια παρόμοια με αυτά που έγραψε η ίδια, για εκείνο το συγκλονιστικό "Music Makers":
Δεν υπάρχει άλλη Helen Merrill, και αν είχα ποτέ την τύχη να τη συναντήσω, θα ήθελα να την ευχαριστήσω που έχει υπάρξει και υπάρχει ακόμα, με λόγια παρόμοια με αυτά που έγραψε η ίδια, για εκείνο το συγκλονιστικό "Music Makers":
"Music makers, thanks so much
for the songs you bring
Music makers thanks so much
for the songs we sing
Songs that make my heart feel happy,
Songs that make me cry.
Trumpet's playing up so high,
I nearly want to die.
Oh, music makers,
you're too much
Music makers,
thanks so much"