Ακόμα εδώ, Λαέρτη; Μπρός, στο πλοίο!
Ο αέρας κόλλησε στους ώμους σου
και στα πανιά σου. Μπρός, σε περιμένουν.
Εντάξει, πήγαινε, με την ευχή μου.
Κι αυτά τα λιγοστά διδάγματα
βαθιά στη μνήμη σου να τα χαράξεις.
Τις σκέψεις σου να μην τις κάνεις λόγια
ούτε τις απερισκεψίες πράξη.
Να ‘σαι ανοιχτός αλλά ποτέ χυδαίος.
Τους φίλους που ‘χεις δοκιμάσει, κλείσ’ τους
με κύκλους από ατσάλι στην ψυχή σου,
αλλά μη δίνεις εύκολα το χέρι
σε κάθε αμούστακο λιμοκοντόρο
που βγήκε από τ’ αβγό του. Τον καβγά
να τον φοβάσαι, όμως αν μπλεχτείς
κράτα και καν’ τον άλλον να φοβάται.
Όλους ν’ ακούς, σε λίγους να μιλάς∙
δέξου τη γνώμη όλων, τη δική σου
δίνε τη με φειδώ. Ντύσου ακριβά,
αν έχεις χρήματα, μα χωρίς λούσα∙
πλούσια ναι, όχι φανταχτερά.
Γιατί συχνά τον άνθρωπο τον κρίνεις
από τα ρούχα του, και στη Γαλλία
οι πιο ευγενείς κι ανεπιτήδευτοι
φημίζονται για την κομψότητα τους.
Ούτε να οφείλεις ούτε να δανείζεις:
οι οφειλές σκοτώνουν τη φιλία,
και την οικονομία ο δανεισμός.
Και πάνω απ’ όλα, να ‘σαι αληθινά
αυτός που είσαι, κι είναι σίγουρο,
όσο η νύχτα ακολουθεί τη μέρα,
ότι κανέναν δεν θα εξαπατήσεις.
Πήγαινε στο καλό∙ η ευχή μου ας κάνει
να ωριμάσουν μέσα σου όλα αυτά.