Ο Βασίλι Καντίνσκι (1866-1944), ονομάστηκε “πατέρας” της αφηρημένης τέχνης. Στις δημιουργίες του άφηνε την ψυχή του να τον οδηγεί. Οι γραμμές κυματίζουν, τα υπέροχα χρώματα δείχνουν ανθρώπινα συναισθήματα και τα σχήματα είναι τέλεια υπολογισμένα. Τίποτα δεν είναι τυχαίο.
Στην αφηρημένη τέχνη ο καλλιτέχνης δε θέλει να μιμηθεί ούτε να αναπαραστήσει τη φύση όπως είναι στην πραγματικότητα. Μερικές φορές ξεκινάει από ένα τοπίο, ένα πρόσωπο ή μια νεκρή φύση. Τα ζωγραφίζει όμως με τέτοιο τρόπο που είναι δύσκολο να τα αναγνωρίσουμε π.χ. τα έργα των κυβιστών. Άλλες φορές χρησιμοποιεί γεωμετρικά ή άλλα σχήματα, χωρίς να έχει κάποια εικόνα της φύσης στο μυαλό του, όπως οι πίνακες του Μοντριάν.
Στη φύση συναντάμε πολλές λεπτομέρειες. Αμέτρητες γραμμές, πολλά σχήματα κι ένα σωρό χρώματα. Ο ζωγράφος ξεδιαλέγει, κρατά ό,τι είναι απαραίτητο και ζωγραφίζει απλά. Αυτό ονομάζεται αφαίρεση.
Το πρώτο αφηρημένο έργο έγινε το 1910 από τον Καντίνσκι με νερομπογιές.
O Βασίλι Καντίνσκι (ή Καντίνσκυ) γεννήθηκε στη Μόσχα στις 16 Δεκεμβρίου 1866 και πέθανε στη Γαλλία στις 13 Δεκεμβρίου 1944. Ήταν Ρώσος ζωγράφος και θεωρητικός της τέχνης. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα και ένας από τους πρωτοπόρους της αποκαλούμενης αφηρημένης τέχνης.
Το 1900 ιδρύει την καλλιτεχνική ομάδα «φάλαγγα» και το 1910 την ομάδα του «γαλάζιου καβαλάρη».Ταξιδεύει πολύ, εκθέτει έργα, γράφει άρθρα για την τέχνη και δίνει μια νέα ώθηση στην τέχνη μέσα από τις καλλιτεχνικές ομάδες, μαζί με άλλους κορυφαίους καλλιτέχνες της εποχής.
Το 1919 ο Walter Gropius ιδρύει τη σχολή «Bauhaus» στη Weimar και το 1922 καλεί τον W. Kandinsky να διδάξει μαζί με άλλα μεγάλα ονόματα στην τέχνη. Το 1924 μαζί με Klee, Feininger, Jawlensky σχηματίζουν την ομάδα «οι τέσσερις γαλάζιοι». Συνεχίζει τα ταξίδια και τις εκθέσεις σε όλο τον κόσμο, παράλληλα με το διδακτικό και συγγραφικό έργο του. Το Bauhaus μεταφέρεται στο Dessau και στη συνέχεια στο Βερολίνο, το 1932.
Το ενδιαφέρον του Καντίνσκι για την ζωγραφική τονώθηκε ακόμα περισσότερο εξαιτίας δύο γεγονότων. «Δυο εμπειρίες σφράγισαν όλη μου την εσωτερική ζωή και με συνετάραξαν ως τα εσώψυχα. Ήταν η έκθεση των Γάλλων ιμπρεσιονιστών στη Μόσχα-«Οι Θημωνιές» του Μονέ», ανέφερε ο ίδιος. Η δεύτερη εμπειρία ήταν στην παρουσίαση του έργου Λόενγκριν του Βάγκνερ στο Βασιλικό Θέατρο της Μόσχας. «Την έκφραση ότι ο Βάγκνερ είχε ζωγραφίσει μουσικά «την ώρα μου» δεν τόλμησα να την χρησιμοποιήσω. Συνειδητοποίησα ωστόσο πως η τέχνη εν γένει είναι δυνατότερη από το ότι νόμιζα, και ακόμα ότι η ζωγραφική μπορεί να αποκτήσει και να αναπτύξει τόσες δυνάμεις όσες και η μουσική».
Στην αφηρημένη τέχνη ο καλλιτέχνης δε θέλει να μιμηθεί ούτε να αναπαραστήσει τη φύση όπως είναι στην πραγματικότητα. Μερικές φορές ξεκινάει από ένα τοπίο, ένα πρόσωπο ή μια νεκρή φύση. Τα ζωγραφίζει όμως με τέτοιο τρόπο που είναι δύσκολο να τα αναγνωρίσουμε π.χ. τα έργα των κυβιστών. Άλλες φορές χρησιμοποιεί γεωμετρικά ή άλλα σχήματα, χωρίς να έχει κάποια εικόνα της φύσης στο μυαλό του, όπως οι πίνακες του Μοντριάν.
Στη φύση συναντάμε πολλές λεπτομέρειες. Αμέτρητες γραμμές, πολλά σχήματα κι ένα σωρό χρώματα. Ο ζωγράφος ξεδιαλέγει, κρατά ό,τι είναι απαραίτητο και ζωγραφίζει απλά. Αυτό ονομάζεται αφαίρεση.
Το πρώτο αφηρημένο έργο έγινε το 1910 από τον Καντίνσκι με νερομπογιές.
O Βασίλι Καντίνσκι (ή Καντίνσκυ) γεννήθηκε στη Μόσχα στις 16 Δεκεμβρίου 1866 και πέθανε στη Γαλλία στις 13 Δεκεμβρίου 1944. Ήταν Ρώσος ζωγράφος και θεωρητικός της τέχνης. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα και ένας από τους πρωτοπόρους της αποκαλούμενης αφηρημένης τέχνης.
Το 1900 ιδρύει την καλλιτεχνική ομάδα «φάλαγγα» και το 1910 την ομάδα του «γαλάζιου καβαλάρη».Ταξιδεύει πολύ, εκθέτει έργα, γράφει άρθρα για την τέχνη και δίνει μια νέα ώθηση στην τέχνη μέσα από τις καλλιτεχνικές ομάδες, μαζί με άλλους κορυφαίους καλλιτέχνες της εποχής.
Το 1919 ο Walter Gropius ιδρύει τη σχολή «Bauhaus» στη Weimar και το 1922 καλεί τον W. Kandinsky να διδάξει μαζί με άλλα μεγάλα ονόματα στην τέχνη. Το 1924 μαζί με Klee, Feininger, Jawlensky σχηματίζουν την ομάδα «οι τέσσερις γαλάζιοι». Συνεχίζει τα ταξίδια και τις εκθέσεις σε όλο τον κόσμο, παράλληλα με το διδακτικό και συγγραφικό έργο του. Το Bauhaus μεταφέρεται στο Dessau και στη συνέχεια στο Βερολίνο, το 1932.
Το ενδιαφέρον του Καντίνσκι για την ζωγραφική τονώθηκε ακόμα περισσότερο εξαιτίας δύο γεγονότων. «Δυο εμπειρίες σφράγισαν όλη μου την εσωτερική ζωή και με συνετάραξαν ως τα εσώψυχα. Ήταν η έκθεση των Γάλλων ιμπρεσιονιστών στη Μόσχα-«Οι Θημωνιές» του Μονέ», ανέφερε ο ίδιος. Η δεύτερη εμπειρία ήταν στην παρουσίαση του έργου Λόενγκριν του Βάγκνερ στο Βασιλικό Θέατρο της Μόσχας. «Την έκφραση ότι ο Βάγκνερ είχε ζωγραφίσει μουσικά «την ώρα μου» δεν τόλμησα να την χρησιμοποιήσω. Συνειδητοποίησα ωστόσο πως η τέχνη εν γένει είναι δυνατότερη από το ότι νόμιζα, και ακόμα ότι η ζωγραφική μπορεί να αποκτήσει και να αναπτύξει τόσες δυνάμεις όσες και η μουσική».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου