«Ο
Άγιος Γεώργιος και το σφουγγάτο»
«Άγιε μου Γεώργιε, βοήθει
με να νικήσω, κι εγώ να σε φέρω ένα σφουγγάτον καλόν».
Το δε σφουγγάτον ηξεύρετε τι είναι; Αυγά
συντριμμένα και τηγανισμένα με κρομμύδια κι άλλα μυρωδικά. […] Τότε τρέχει στο
σπίτι του και κάμνει το σφουγγάτον όπου έταξεν. Έπειτα έβαλέ το σε μια μικρή
γαβάθα και πήγε το, ζεστό, μπροστά στην εικόνα του αγίου. Την ώραν που το
άφησεν το παιδίον, ήρθαν τρεις ναύτες να προσκυνήσουν την εικόνα του αγίου. Σαν
είδαν το σφουγγάτον ζεστόν οπού άχνιζε και εμύριζεν, είπαν μεταξύ τους:
«Ελάτε να φάμε το
σφουγγάτον αυτό, γιατί δεν το τρώει ο Άγιος Γεώργιος. Και αντί για αυτό θα
αγοράσουμε λάδι και κεριά να φέρουμε, όσα αξίζει το σφουγγάτον».
Εκάθισαν λοιπόν και έφαγάν το. Κι όταν
έκαμαν να έβγουν, εκόλλησαν μπροστά στα μάρμαρα της εικόνας του αγίου και δεν
ημπορούσαν να έβγουν. Κράζουσι μεγαλοφώνως: «Άγιε Γεώργιε, βοήθει μας και να σε
το ανταμείψωμεν». Και πάλι όμως δεν ημπορούσαν να έβγουν και είπαν: «Άγιε
Γεώργιε, βοήθει μας να ξεκολλήσωμε και να σε δώσωμεν καθένας από ένα φλωρίον!»
Τότε ο άγιος τους άφησε και εβγήκαν, και
σαν βγήκαν, στάθηκαν έξω απ’ την εκκλησία και είπαν: «Άγιε Γεώργιε, ακριβά
πουλείς τα εύγευστα σφουγγάτα σου και εμείς πλέον από εσένα τίποτες πούλημα να
μην αγοράσωμεν!»
(Από το βιβλίο «Πρόσκληση σε γεύμα» της
Ελένης Σταμπόγλη, σειρά: Στους δρόμους του Βυζαντίου(1), εκδ. Καλειδοσκόπιο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου